Γράμα στουν Προυθυπουργό τς Χώρας απ' τουν Τσίμου τς Μυγδάλους.
Αξιότομι κύριι Προυθυπουργιέ, ισθάνουμι ν' ανάγκ'η να σι γράψου αυτόϊα του γράμα γιά να σι ικθέσου τα τιλιφτέα γιγουνότα που γίγκαν στου χουργιό μας.
Ιδό γινικά κύριι πρόϊδρι δεν παένουμι ντιπ καλά απού κιρό. Ου Χ'μώνας ιδό κινάει απ' τουν Αϊ Δημήτρ' κι τότι κινούμι ιμίς ιδό ν' ανάβουμι τς σόμπις. Φέτου δεν μπορισάμι ν' αγουράσουμι πιτρέλιου, γιατί ου θκός ου Στουρνάρας (Π' να φάει του κιουφάλ τ να φάει) τ' ακρίβινι πουλί κι γιά ταυτό αναγκάσκαμι όλ' ιδό στου χουργιό να του γιρίσουμι πάλι στς ξυλόσιουμπις (Ιφτιχός μας ήρθι νουή κι δεν τς πεταξάμι). Αλλά κι μι τα ξύλα δεν παένουμι καλίτιρα, εφτασάμι τ' ιβαγγελιτζμού κι κουντέβν να σκουλάσν κι αυτά.
Κ' έτσ' αναγκάσκαμι ιγό κι ου Μπράτμους μ' ου Γιώρτς να πάμι τς προυάλις πέρα στου λόγγου να κόψουμι κι άλλα. Όντα γύρτζαμι όμους πίσου στου χουργιό μι τα μπλάρια φουρτουμένα μας τσάκουσι ου Δασικός κι χάλιβι να μας κατασχέσς του φουρτχιό κι τα τσικούργια. Ιμίς όμους δεν εστριξάμι κι πιάσκαμι στα χέρια. Πλιότιρου πάλιβι μι τουν Μπράτμου που τουν δάγκουσι του φτί κι τουν έβγαλι ουλόκλιρου κουμμάτ αλλά κι ου Μπράτμους στου τέλους τουν έβαλι καταή κι τουν τσάκσι τς μύτις κι τς μάτουσι. Τουν έρξαμι πουλί δαρμό πρόϊδρι γιατί όλου του χουργιό τουν ίχι γινάτ'ι απού παλιά. Αυτός έζκουζι αράδα κι φώναζι βουίθια κι αναγκάσκαμι να τουν ρουκόσουμι ένα σφουγκουμάτλου στου στόμα μη μας ακούσ' ου κόζμους, μέχρι να τουν δέσουμ τα χέρια. Ίστιρα τουν εδισάμι σι μιά αγρουγκουρτσιά τουν εβγαλάμι του σφουγκουμάντλου απ' του στόμα γιά να σκούξ κι να τουν ακούσ κάνας χριστιανός κι να μην απουμείν όλ' νύχτα Μούτους κι τουν φάν τίπουτα ζλάπια κι εφιγάμι στου χουργιό. Τουν έλτσαν κατ' χουργιανί μιτά απου κάνα διό όρις που τουν ακσαν να σκούζ.
Κι τόρα κύριι πρόϊδρι ου δασικός πίζμουσι κι μας έκαμι μίνησ κι πρέπ' να παρουσιαστούμι μαζί μι τουν μπράτμου στου Δικαστήριου στου Γριβινό τουν Μάη. Ιγό όμους έχου τρανό πρόβλιμα μι τ' αμάξια. Μι πιάν τ' αμάξ,άμα ανιβαίνου απάν μ' ερχιτι αντράλα κι κάμου μιτό. Ου Μπράτμους μι λέει να βάλου μια ασπιρίν' στου νουφαλό κι θάμι ιντάξ κι ότι δεν θα αντραλιαστώ. Ιγό όμους τόκαμα κι αυτό (ακόλτσα ν'ασπιρίν μι τσιρέτου στου νουφαλό) μιά βουλά που κατέβκα στου Γριβινό γιά φαγουλάτα αλλά πάλι μ' ίρθι αντράλα κι έβγαλα τα σκώτια μ μεσ' τουν τρουβά μ, γιατί δεν είχα πάρ' σακούλα μαζί μ απού σιγουριά.
Φουβούμι όμους πρόϊδρι μη μι βάλν τίποτα φυλακί κι γιά ταυτό πίρα του θάρους να σι γράψου αυτόϊα του γράμμα θάρουμ μι βουϊθάς ιδώϊα κι δεν κατιβό ντιπ στου Δικαστίριου. Έχου κι τ' γναίκα μ' που μι ουρμήνιψι να σι γράψου. Ισί μι λέει κόσιαβις κι τουν βουίθσεις τουν Αντών' στς ικλουγιές να βγεί προυθυπουργός, διό ζιβγάρια κουρδέλια χάλασις στουν κουσιό χόρια τα γαμπράτ'κα που τά είχις κινούργια. Για ταυτό λέει πρέπ' κι ου Αντώντς να κάμ κάτ' γιά τι σένα. Πρόϊδρι κάμι κάτ να γλιτόσου απ' ταυτόν τουν μπιλιά που μι βρήκι,γιατί βρίσκουμι σι τρανό αδιέξουδου κι δε γλέπου φος στου τούνιλ.
Σι χιριτό " Τσίμους τς Μυγδάλους τιλιόφυτους Διφτέρας Διμοτηκού!
Αξιότομι κύριι Προυθυπουργιέ, ισθάνουμι ν' ανάγκ'η να σι γράψου αυτόϊα του γράμα γιά να σι ικθέσου τα τιλιφτέα γιγουνότα που γίγκαν στου χουργιό μας.
Ιδό γινικά κύριι πρόϊδρι δεν παένουμι ντιπ καλά απού κιρό. Ου Χ'μώνας ιδό κινάει απ' τουν Αϊ Δημήτρ' κι τότι κινούμι ιμίς ιδό ν' ανάβουμι τς σόμπις. Φέτου δεν μπορισάμι ν' αγουράσουμι πιτρέλιου, γιατί ου θκός ου Στουρνάρας (Π' να φάει του κιουφάλ τ να φάει) τ' ακρίβινι πουλί κι γιά ταυτό αναγκάσκαμι όλ' ιδό στου χουργιό να του γιρίσουμι πάλι στς ξυλόσιουμπις (Ιφτιχός μας ήρθι νουή κι δεν τς πεταξάμι). Αλλά κι μι τα ξύλα δεν παένουμι καλίτιρα, εφτασάμι τ' ιβαγγελιτζμού κι κουντέβν να σκουλάσν κι αυτά.
Κ' έτσ' αναγκάσκαμι ιγό κι ου Μπράτμους μ' ου Γιώρτς να πάμι τς προυάλις πέρα στου λόγγου να κόψουμι κι άλλα. Όντα γύρτζαμι όμους πίσου στου χουργιό μι τα μπλάρια φουρτουμένα μας τσάκουσι ου Δασικός κι χάλιβι να μας κατασχέσς του φουρτχιό κι τα τσικούργια. Ιμίς όμους δεν εστριξάμι κι πιάσκαμι στα χέρια. Πλιότιρου πάλιβι μι τουν Μπράτμου που τουν δάγκουσι του φτί κι τουν έβγαλι ουλόκλιρου κουμμάτ αλλά κι ου Μπράτμους στου τέλους τουν έβαλι καταή κι τουν τσάκσι τς μύτις κι τς μάτουσι. Τουν έρξαμι πουλί δαρμό πρόϊδρι γιατί όλου του χουργιό τουν ίχι γινάτ'ι απού παλιά. Αυτός έζκουζι αράδα κι φώναζι βουίθια κι αναγκάσκαμι να τουν ρουκόσουμι ένα σφουγκουμάτλου στου στόμα μη μας ακούσ' ου κόζμους, μέχρι να τουν δέσουμ τα χέρια. Ίστιρα τουν εδισάμι σι μιά αγρουγκουρτσιά τουν εβγαλάμι του σφουγκουμάντλου απ' του στόμα γιά να σκούξ κι να τουν ακούσ κάνας χριστιανός κι να μην απουμείν όλ' νύχτα Μούτους κι τουν φάν τίπουτα ζλάπια κι εφιγάμι στου χουργιό. Τουν έλτσαν κατ' χουργιανί μιτά απου κάνα διό όρις που τουν ακσαν να σκούζ.
Κι τόρα κύριι πρόϊδρι ου δασικός πίζμουσι κι μας έκαμι μίνησ κι πρέπ' να παρουσιαστούμι μαζί μι τουν μπράτμου στου Δικαστήριου στου Γριβινό τουν Μάη. Ιγό όμους έχου τρανό πρόβλιμα μι τ' αμάξια. Μι πιάν τ' αμάξ,άμα ανιβαίνου απάν μ' ερχιτι αντράλα κι κάμου μιτό. Ου Μπράτμους μι λέει να βάλου μια ασπιρίν' στου νουφαλό κι θάμι ιντάξ κι ότι δεν θα αντραλιαστώ. Ιγό όμους τόκαμα κι αυτό (ακόλτσα ν'ασπιρίν μι τσιρέτου στου νουφαλό) μιά βουλά που κατέβκα στου Γριβινό γιά φαγουλάτα αλλά πάλι μ' ίρθι αντράλα κι έβγαλα τα σκώτια μ μεσ' τουν τρουβά μ, γιατί δεν είχα πάρ' σακούλα μαζί μ απού σιγουριά.
Φουβούμι όμους πρόϊδρι μη μι βάλν τίποτα φυλακί κι γιά ταυτό πίρα του θάρους να σι γράψου αυτόϊα του γράμμα θάρουμ μι βουϊθάς ιδώϊα κι δεν κατιβό ντιπ στου Δικαστίριου. Έχου κι τ' γναίκα μ' που μι ουρμήνιψι να σι γράψου. Ισί μι λέει κόσιαβις κι τουν βουίθσεις τουν Αντών' στς ικλουγιές να βγεί προυθυπουργός, διό ζιβγάρια κουρδέλια χάλασις στουν κουσιό χόρια τα γαμπράτ'κα που τά είχις κινούργια. Για ταυτό λέει πρέπ' κι ου Αντώντς να κάμ κάτ' γιά τι σένα. Πρόϊδρι κάμι κάτ να γλιτόσου απ' ταυτόν τουν μπιλιά που μι βρήκι,γιατί βρίσκουμι σι τρανό αδιέξουδου κι δε γλέπου φος στου τούνιλ.
Σι χιριτό " Τσίμους τς Μυγδάλους τιλιόφυτους Διφτέρας Διμοτηκού!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου