Ικλουγιές 1961.
Δυό χρόνια είχι ου Σιώμους στ' Στουτγκάρδ' τς Γιρμανίας. Κι ήρθει μι άδεια να ρίξ τ' ψήφου τ κι να ιδεί τουν Γιαννακούλ' (Χνούδαλου, ιφτά χρόνια είχι). Ήρθι του Σαββάτου.....μέχρι τ' Διφτέρα που θα έφυβγι πάλι πίσου μαζί μι τ' Σιώμινα. Τουν Γιαννακούλ δε θα τουν έπιρναν μαζί τς, θα τουν άφναν πάλι στουν Πάππου κι στ' Μπάμπου. Ου Γιαννακούλτς όλ' ν' ώρα δε ξικουλνούσι ντιπ απ' τουν πατέρα τ κι τουν έσζκξει του κιουφάλ μι τς ιρωτήσεις που έφκιανι.
-Α! Ρα πατέρα, πουρέβτι καλά ικεί στ' Γιρμανία;
-Καλά Γιαννακούλ'η μ! Καλά που μας έστειλι αυτόζια που γλέπς ικεία σν κουρνίζα στου ντβάρ! Μας έφιρι κι ντιπ τζιάμπα τώραϊα ιδώ κι ας είνι πουλύ μακρά!
-Αλήτεια Πατέρα;
-Ναι Γιαννακούλ'η μ! Μπράβου Σιώμινα, τιτραπέρατου πιδί έχουμι!
-Κι κάθι μέρα δλεύς πατέρα;
-Κάθι μέρα πιδούλι μ κι νύχτα δλέβου γιά να βγάλου πουλλές παράδις!
-Κι που δλεύς ρα Πατέρα;
-Αυτά που έφαγις αρχήτιρα τα λέν' βούρστ στ' Γιρμανία, ιμείς ιδώ τα λέμι λουκανίτσις. Κι τα βγάνουμι ιμείς στου ιργοστάσιου που δλέβου.
-Ποιά ρα πατέρα, αυτά που είνι σαν χουντρές τσούρις;
-Σκάσιιιι! Μη λές ατσαλιάρκις κουβέντις, θα σι βάλου πιπέρ'. Κι μη σφουγίζς τς μύτις απ' τα μανίκια ς, τα καταγιάλτσις ρα πιδί μ! Κι σύ μα Σιώμινα αφού του γλέπς του πιδί που σφουγκίζ τς μύτις απ' τα μανίκια τ', γιατί δεν του δίντς ένα σφουγγουμάντλου να σφουγγίζιτι;
-Να! Είνι τρανό του ιργοστάσιου,απού δώϊα μέχρι τς Σύρμους του σπίτ' στουν κάτ' του μαχαλά. Απ' τν μιά μιριά βάνουμι μσκάρια κι απ' ν'άλλ' βγάνουμι Βούρστ.
-Όταν τρανέψου πατέρα θα φκιάσουμι πλιότιρις παράδις. Θα φκιάσουμι θκό μας ιργουστάσιου κι θα βάνουμι τα βούρστ απ' τν μιά μιριά κι απ' ν'άλλ' θα βγάνουμι μσκάρια.
-Τέτοιου ιργοστάσιου είχι η μάννα σ' Γιαννακούλ'η μ'
που ν'έβαλα βούρστ κι μ' έβγαλι μσκάρ. Γιά ταυτό σ'κώθκα κι έφυγα στ' Γιρμανία!
που ν'έβαλα βούρστ κι μ' έβγαλι μσκάρ. Γιά ταυτό σ'κώθκα κι έφυγα στ' Γιρμανία!
Ο Ζαλοβίτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου